Благотворительность στα ελληνικά

Μετάφραση: благотворительность, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψυχικό, φιλανθρωπία, πρόνοια, καλοσύνη, φιλανθρωπίας, φιλανθρωπικό, φιλανθρωπική, φιλανθρωπική οργάνωση
Благотворительность στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • благосостояние στα ελληνικά - πλάτος, πλούτος, ευγονία, συρροή, γονιμότητα, εύρος, ευφορία, ...
  • благотворитель στα ελληνικά - ψυχικό, ευεργέτης, ευεργέτη, τον ευεργέτη, ευεργέτης της, δωρητής
  • благотворительный στα ελληνικά - ευεργετικός, ευμενής, επωφελής, συνετός, ωφέλιμος, καλόβουλος, φιλάνθρωπος, ...
  • благотворный στα ελληνικά - επωφελής, υγιεινός, θρεπτικός, ωφέλιμος, ευεργετικός, αγαθόεργος, αγαθοεργοί, ...
Τυχαίες λέξεις
Благотворительность στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψυχικό, φιλανθρωπία, πρόνοια, καλοσύνη, φιλανθρωπίας, φιλανθρωπικό, φιλανθρωπική, φιλανθρωπική οργάνωση