Блаженный στα ελληνικά
Μετάφραση: блаженный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευτυχής, ευλογημένος, ευλογημένο, ευλογημένη, ευλογημένοι, ευλογημένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благочестивый στα ελληνικά - ευσεβής, πιστός, ευσεβείς, ευσεβή, ευσεβών, ευσεβούς
- благочестие στα ελληνικά - ευσέβεια, ευσέβειας, ευλάβεια, ευλάβειας, την ευσέβεια
- блаженство στα ελληνικά - ευδαιμονία, ευλογία, ευδαιμονίας, ευτυχία, ευτυχίας, μακαριότητα
- блаженствовать στα ελληνικά - απολαμβάνω, πολυτέλεια, εντρυφώ, luxuriate, την πολυτέλεια
Τυχαίες λέξεις
Блаженный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευτυχής, ευλογημένος, ευλογημένο, ευλογημένη, ευλογημένοι, ευλογημένα
Μεταφράσεις: ευτυχής, ευλογημένος, ευλογημένο, ευλογημένη, ευλογημένοι, ευλογημένα