Λέξη: γράμμα
Σχετικές λέξεις: γράμμα
γράμμα στον τσάρλι τσάπλιν, γράμμα του πατέρα στο γιο του, γράμμα στα αγγλικά, γράμμα σ'έναν ποιητή, γράμμα σε γενέθλια πόλη, γράμμα παραίτησης, γράμμα ενός αρρώστου, γράμμα αγάπης, γράμμα στον κύριο νίκο γκάτσο, γράμμα χωρισμού, το γράμμα
Συνώνυμα: γράμμα
επιστολή, χαρακτήρας, είδος, ήρωας μυθιστορήματος, προσωπικότητα, φήμη
Μεταφράσεις: γράμμα
γράμμα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
letter, character, wording, letter of, the letter
γράμμα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
carta, carácter, letra, carta de, escrito, la carta
γράμμα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
g, schreiben, buchstabe, brief, r, gort, Schreiben, Brief, Buchstabe, Buchstaben, Brief schreiben
γράμμα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
littérature, missive, pli, caractère, lettre, additive, écriture, courrier, la lettre, lettres, lettre de
γράμμα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lettera, la lettera, lettera di, lettere
γράμμα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
letra, missiva, carta, deixado, letter, carta de, de letter
γράμμα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
brief, letter, zendbrief, epistel, missive, schrijven, letters, brief schrijven
γράμμα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
буква, письмо, лист, образованность, литера, символ, противень, доверенность, письме, письма, буквы
γράμμα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bokstav, brev, brevet, bokstaven
γράμμα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
bokstav, brev, skrivelse, en skrivelse, bokstaven, skrivelsen
γράμμα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kirjelmä, kirjain, kirje, kirjettä, kirjettä Pitää, kirjeellä
γράμμα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bogstav, brev, skrivelse, bogstaver, skrivelsen
γράμμα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
písemnictví, litera, literatura, písmeno, dopis, psaní, písm, dopisu, dopise
γράμμα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dokument, list, literatura, oczytany, litera, pismo, litery, literę
γράμμα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
levél, betű, írni, levelet, levelében
γράμμα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mektup, yazmak, mektup yazmak, yazmak Sirketle, harfli
γράμμα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
латишка, латиський, латиш, лист, листа
γράμμα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
letër, Letra, shkronja, letrën, Letra e
γράμμα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
буква, писмо, писмото
γράμμα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ліст, пісьмо
γράμμα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kiri, täht, kirja, kirjas, kirjaga
γράμμα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
napisati, list, slovu, pismo, slova, pismeno, slovo, pismu, slovom
γράμμα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bréf, stafa
γράμμα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
epistula, litterae, epistola, tabellae, littera
γράμμα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laiškas, raidė, raidžių, laišką, raštas
γράμμα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
burts, vēstule, burtu, vēstuli, vēstulē
γράμμα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
писмо, буква, писмото, букви
γράμμα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
literă, scrisoare, legatura cu, legatura, scrisoarea, mesaj
γράμμα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dopis, písmeno, pismo, črka, črko, pismu
γράμμα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
list, dopíš, písmeno, písm, bod, písmena, písmenom
Στατιστικά δημοτικότητας: γράμμα
Τυχαίες λέξεις