Божба στα ελληνικά
Μετάφραση: божба, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρκος, όρκο, όρκου, ενόρκως, τον όρκο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- боеспособный στα ελληνικά - αποδοτικός, αποτελεσματικός, battleworthy
- боец στα ελληνικά - άνδρας, πολεμιστής, ιδιαίτερος, άνθρωπος, ιδιωτικός, επανδρώνω, στρατιώτης, ...
- божеский στα ελληνικά - θεσπέσιος, δίκαιος, θεϊκός, μόλις, θείος, θεία, θεϊκή, ...
- божественность στα ελληνικά - θειότητα, θεότητα, θεότητας, θεότητά, τη θεότητά
Τυχαίες λέξεις
Божба στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρκος, όρκο, όρκου, ενόρκως, τον όρκο
Μεταφράσεις: όρκος, όρκο, όρκου, ενόρκως, τον όρκο