Больший στα ελληνικά

Μετάφραση: больший, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταγματάρχης, σημαντικός, πλέον, πια, περισσότερο, πιο, περισσότερα, περισσότερες, περισσότερους
Больший στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • большеглазый στα ελληνικά - μεγάλα, μεγάλη, μεγάλο, μεγάλος, μεγάλες
  • большеголовый στα ελληνικά - μεγάλο κεφάλι, έχουν μεγάλο κεφάλι, μεγαλοκέφαλο
  • большинство στα ελληνικά - πλειονότητα, πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα
  • большинством στα ελληνικά - γενικά, πλειοψηφία, πλειονότητα, πλειοψηφίας, περισσότερες, περισσότερα
Τυχαίες λέξεις
Больший στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταγματάρχης, σημαντικός, πλέον, πια, περισσότερο, πιο, περισσότερα, περισσότερες, περισσότερους