Брейк στα ελληνικά
Μετάφραση: брейк, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάλειμμα, διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, Break, Διάλειμμα
Μεταφράσεις
- брезжит στα ελληνικά - ξημερώνει, ανατέλλει, ξημερώματα, αυγές, αυγή της
- брезжить στα ελληνικά - αυγή, λάμπω, την αυγή, αυγής, ξημερώματα, ξημέρωμα
- брелок στα ελληνικά - θέλγω, γοητεύω, μαγεύω, μπιχλιμπίδι, μπριζόλα, κόσμημα μικρής αξίας, κοσμημάτιο, ...
- бремен στα ελληνικά - Βρέμη, Bremen, Βρέμης, της Βρέμης
Τυχαίες λέξεις
Брейк στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάλειμμα, διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, Break, Διάλειμμα
Μεταφράσεις: διάλειμμα, διάλλειμα, αντεπίθεση, σπάζω, διακοπή, διάσπαση, θραύση, Break, Διάλειμμα