Λέξη: δυο

Σχετικές λέξεις: δυο

δυο εγωισμοι, δυο ξενοι επεισοδια, δυο ψυχες τσανακλιδου, δυο μερες μονο στιχοι, δυο ψεματα, δυο ξενοι, δυο ξενοι κοτσιρας, δυο πορτες εχει η ζωη, δυο μερες μονο, δυο φανταστικοι γονεις, δυο και δυο, παιχνιδια για δυο, ενα και δυο, ενα και ενα, παιχνιδια με δυο, εμεις οι δυο, οι δυο μας, τζουλια δυο μαυροι, δυο κομματια, δυο νυχτες

Μεταφράσεις: δυο

δυο στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
two, both, the two, couple, of two

δυο στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dos, de dos

δυο στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zwei, beiden, zweier

δυο στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
deux, de deux, à deux, en deux, les deux

δυο στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
due, a due, di due

δυο στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
duas, dois, torção, de dois, de duas

δυο στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
twee, beide, van twee

δυο στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
двухчасовой, двойка, два, двух, две, двумя, двое

δυο στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
to

δυο στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
två, båda

δυο στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaksi, kaks, kahden, kahta, kahdesta, kahteen

δυο στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
to

δυο στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dvojka, dvě, dva, dvou, dvěma

δυο στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dwójka, dwója, dwojenie, dwa, dwóch, dwie, two, dwoma

δυο στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kettes, két, a két, kettő

δυο στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iki, iki adet, ikisi

δυο στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
два, дві, двоє, двох

δυο στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dy, me dy, dy të, e dy, të dy

δυο στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
две, два, двама, двете, двамата

δυο στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
два, дзве

δυο στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaks, kahe, kahte, kahest, kahes

δυο στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dvije, dva, dviju, dvaju, dvoje, dvojica

δυο στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tveir, Tveggja, tvö, tveimur, tvær

δυο στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
duo

δυο στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
du, dviejų, dvi, dvejų, dviem

δυο στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
divi, divu, divas, diviem, divus

δυο στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
две, два, двајца, двете, на две

δυο στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
doi, două, doua, de două, din două

δυο στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dvojka, dva, dve, dveh, dvema, v dveh

δυο στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dvojka, dva, dve, dvoch

Στατιστικά δημοτικότητας: δυο

Τυχαίες λέξεις