Ввек στα ελληνικά
Μετάφραση: ввек, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποτέ, vvek
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- введение στα ελληνικά - λήμμα, ίδρυση, είσοδος, εισαγωγή, μύηση, σκεπτικό, καταχώρηση, ...
- ввезти στα ελληνικά - εισάγω, εισαγωγή, εισαγωγής, την εισαγωγή, εισαγωγών, εισαγωγές
- ввергать στα ελληνικά - ρίχνω, πέταγμα, πέφτω, καταδύομαι, πετώ, βουτώ, βουτιά, ...
- вверить στα ελληνικά - εμπιστεύομαι, αναθέτω, δεσμεύω, διαπράττω, κάνω, αναθέτει, αναθέτουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Ввек στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποτέ, vvek
Μεταφράσεις: ποτέ, vvek