Вещица στα ελληνικά
Μετάφραση: вещица, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πραγματάκι, πράγμα, πράγμα που, κάτι, το πράγμα, θέμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вещество στα ελληνικά - ουσία, ύλη, υπόλοιπο, υπόθεση, μεσίτης, νοιάζομαι, πράμα, ...
- вещий στα ελληνικά - σοφός, φρόνιμος, συνετός, προφητικός, προφητικό, προφητική, προφητικά, ...
- вещь στα ελληνικά - αντικείμενο, υπάρχοντα, άρθρο, αντιτείνω, πράγμα, πράγμα που, κάτι, ...
- веялка στα ελληνικά - οπαδός, μηχάνημα, ανεμιστήρας, βεντάλια, φορτηγάκι, fanner
Τυχαίες λέξεις
Вещица στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πραγματάκι, πράγμα, πράγμα που, κάτι, το πράγμα, θέμα
Μεταφράσεις: πραγματάκι, πράγμα, πράγμα που, κάτι, το πράγμα, θέμα