Видный στα ελληνικά
Μετάφραση: видный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπρεπής, καταφανής, διακεκριμένος, περίβλεπτος, ορατός, περίοπτος, ευδιάκριτος, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- видимый στα ελληνικά - οπτικός, φανερός, περίβλεπτος, ορατός, περίοπτος, ευδιάκριτος, καταφανής, ...
- виднеться στα ελληνικά - κυλώ, κύμα, φαίνομαι, εμφανίζομαι, διαφαίνομαι, ρυάκι, ρέω, ...
- видовой στα ελληνικά - συγκεκριμένος, ειδικός, ειδικές, ειδικών, συγκεκριμένες
- видоизменение στα ελληνικά - είδος, δακτυλογραφώ, τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
Τυχαίες λέξεις
Видный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπρεπής, καταφανής, διακεκριμένος, περίβλεπτος, ορατός, περίοπτος, ευδιάκριτος, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα
Μεταφράσεις: διαπρεπής, καταφανής, διακεκριμένος, περίβλεπτος, ορατός, περίοπτος, ευδιάκριτος, επιφανής, προεξέχων, εξέχοντα, εξέχουσα