Внести στα ελληνικά

Μετάφραση: внести, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προχωρώ, προβαίνω, προκαταβάλλω, φέρνω, πρόοδος, μπαίνω, συνεισφέρω, εισέρχομαι, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, να προσθέσετε
Внести στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • внесение στα ελληνικά - προσθήκη, εισαγωγή, καταχώρηση, καθιέρωση, εισαγωγής, θέσπιση, εφαρμογή
  • внесенный στα ελληνικά - εισέλθει, τέθηκε, εισήλθε, εγγράφονται, άρχισε
  • внесудебный στα ελληνικά - εξώδικες, εξωδικαστικές, εξωδίκων, εξώδικων, εξωδικαστικών
  • внеурочный στα ελληνικά - εξωσχολικές, εξωσχολικών, εξωσχολική, τις εξωσχολικές, των εξωσχολικών
Τυχαίες λέξεις
Внести στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προχωρώ, προβαίνω, προκαταβάλλω, φέρνω, πρόοδος, μπαίνω, συνεισφέρω, εισέρχομαι, προσθέστε, προσθέσετε, προσθέτουν, προσθέσει, να προσθέσετε