Водрузить στα ελληνικά
Μετάφραση: водрузить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σηκώνω, ανατρέφω, ορθώνω, υψώνω, ανεγείρω, αναστηλώνω, ανυψωτήρας, ανύψωσης, ανυψωτήρα, ανυψωτικών μηχανημάτων, ανυψωτικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- водоём στα ελληνικά - λιμνούλα, λεκάνη, δεξαμενή, το σώμα, σώμα, σώματος, οργανισμό, ...
- водружать στα ελληνικά - αναστηλώνω, ανατρέφω, ανεγείρω, ορθώνω, σηκώνω, υψώνω, συσκευασμένα, ...
- воды στα ελληνικά - κυλώ, κούνια, ρυάκι, ρέω, πίνω, ποτό, νερό, ...
- водянистый στα ελληνικά - υγρός, ανίσχυρος, ανούσιος, υγρό, νερουλός, αδύναμος, βουρκωμένος, ...
Τυχαίες λέξεις
Водрузить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σηκώνω, ανατρέφω, ορθώνω, υψώνω, ανεγείρω, αναστηλώνω, ανυψωτήρας, ανύψωσης, ανυψωτήρα, ανυψωτικών μηχανημάτων, ανυψωτικών
Μεταφράσεις: σηκώνω, ανατρέφω, ορθώνω, υψώνω, ανεγείρω, αναστηλώνω, ανυψωτήρας, ανύψωσης, ανυψωτήρα, ανυψωτικών μηχανημάτων, ανυψωτικών