Вожатый στα ελληνικά
Μετάφραση: вожатый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγός, ηγέτης, ηγεμόνας, ηγήτορας, ξεναγός, καθοδηγώ, σύμβουλος, αρχηγός, ξεναγώ, ηγέτη, επικεφαλής, leader
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воет στα ελληνικά - κραυγές, ουρλιάζει, ουρλιαχτά, howls, γρυλίσματα
- вожак στα ελληνικά - αρχηγός, ξεναγός, ξεναγώ, οδηγός, καθοδηγώ, ηγέτης, πετεινός, ...
- вожделение στα ελληνικά - λαχτάρα, απορρόφηση, πόθος, βλέψη, καημός, επιθυμία, φιλοδοξία, ...
- вожделенный στα ελληνικά - επιθυμητό, επιθυμητή, επιθυμητά, επιθυμητού, επιθυμείται
Τυχαίες λέξεις
Вожатый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγός, ηγέτης, ηγεμόνας, ηγήτορας, ξεναγός, καθοδηγώ, σύμβουλος, αρχηγός, ξεναγώ, ηγέτη, επικεφαλής, leader
Μεταφράσεις: οδηγός, ηγέτης, ηγεμόνας, ηγήτορας, ξεναγός, καθοδηγώ, σύμβουλος, αρχηγός, ξεναγώ, ηγέτη, επικεφαλής, leader