Возить στα ελληνικά
Μετάφραση: возить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταδίδω, διαβιβάζω, κουβαλώ, μεταφορά, μεταφέρω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, παίρνω, οδηγώ, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воззвание στα ελληνικά - τραβώ, έφεση, κήρυξη, εξαγγελία, έκκληση, προσφυγής, αναιρέσεως, ...
- воззрение στα ελληνικά - σκέψη, πειθώ, φαίνομαι, νόμιζα, άποψη, γνώμη, κοιτάζω, ...
- возиться στα ελληνικά - ρίχνω, μαστόρεμα, χαλκωματάς, τενεκετζής, γανωματής, μπαλώνω
- возлагать στα ελληνικά - τόπος, ξαπλώνω, τοποθετώ, μέρος, ξεκουράζομαι, εμπιστεύομαι, ησυχασμός, ...
Τυχαίες λέξεις
Возить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταδίδω, διαβιβάζω, κουβαλώ, μεταφορά, μεταφέρω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, παίρνω, οδηγώ, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Μεταφράσεις: μεταδίδω, διαβιβάζω, κουβαλώ, μεταφορά, μεταφέρω, συνεπαίρνω, μεταβιβάζω, παίρνω, οδηγώ, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν