Λέξη: καπιταλισμός

Σχετικές λέξεις: καπιταλισμός

καπιταλισμός σοσιαλισμός και δημοκρατία, καπιταλισμός σοσιαλισμός, καπιταλισμός και σχιζοφρένεια pdf, καπιταλισμός ορισμός, καπιταλισμός και σχιζοφρένεια, καπιταλισμός και ελευθερία, καπιταλισμός και σχιζοφρένεια ο αντι-οιδίπους, καπιταλισμός βικιλεξικο

Συνώνυμα: καπιταλισμός

κεφαλαιοκρατία

Μεταφράσεις: καπιταλισμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
capitalism, capitalism is, capitalism has, of capitalism
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
capitalismo, el capitalismo, del capitalismo, capitalismo de, al capitalismo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kapitalismus, Kapitalismus, der Kapitalismus, den Kapitalismus, des Kapitalismus
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
capitalisme, le capitalisme, du capitalisme, capitaliste
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
capitalismo, il capitalismo, del capitalismo, capitalismo di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
capitalismo, o capitalismo, do capitalismo, capitalismo de, capitalista
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kapitalisme, het kapitalisme
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
капитализм, капитализма, капитализмом, капитализму
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kapitalismen, kapitalisme, kapitalismens
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kapitalism, kapitalismen, kapitalismens
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kapitalismi, kapitalismin, kapitalismia, capitalism, kapitalismista
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kapitalisme, kapitalismen, kapitalismens, kapitalismes
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kapitalismus, kapitalismu, se kapitalismus, kapitalismem
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kapitalizm, kapitalizmu, kapitalizmem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kapitalizmus, a kapitalizmus, kapitalizmust, kapitalizmusnak, kapitalizmusban
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kapitalizm, kapitalizmin, kapitalizmi, kapitalizminin
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
капіталізм
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kapitalizëm, kapitalizmi, kapitalizmit, kapitalizmin, kapitalizmi i
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
капитализъм, капитализма, капитализмът, на капитализма
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
капіталізм, капіталізму
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kapitalism, kapitalismi, kapitalismile, kapitalismis, kapitalismist
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kapitalizam, kapitalizma, je kapitalizam, kapitalizmu, se kapitalizam
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kapítalisminn, kapítalisma, kapítalismi, kapítalismans, að kapítalisminn
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kapitalizmas, kapitalizmo, kapitalizmą, kapitalizmui
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kapitālisms, kapitālisma, kapitālismu, kapitālismam
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
капитализам, капитализмот, на капитализмот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
capitalism, capitalismului, capitalismul, capitalismului de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kapitalizem, kapitalizma, kapitalizmu, kapitalizem je, je kapitalizem
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kapitalizmus, materializmus, kapitalizmu

Στατιστικά δημοτικότητας: καπιταλισμός

Τυχαίες λέξεις