Врасплох στα ελληνικά
Μετάφραση: врасплох, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απροσδόκητα, εξαπίνης, με, από, κατά, από την, του
![Врасплох στα ελληνικά Врасплох στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-4763.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вранье στα ελληνικά - κείμαι, βλακείες, ψεύδομαι, σαπίζω, ανοησίες, ψέματα, βρίσκεται, ...
- враньё στα ελληνικά - ψεύδομαι, κείμαι, ψέματα, βρίσκεται, έγκειται, τα ψέματα, ψεύδη
- врастать στα ελληνικά - μεγαλώνω, αυξάνομαι, παρεκκλήσι, λάρνακα, μεγαλώνουν, αναπτύσσονται, αυξάνεται, ...
- врастяжку στα ελληνικά - διαμέρισμα, επίπεδος, σε πλήρες μήκος
Τυχαίες λέξεις
Врасплох στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απροσδόκητα, εξαπίνης, με, από, κατά, από την, του
Μεταφράσεις: απροσδόκητα, εξαπίνης, με, από, κατά, από την, του