Всыпать στα ελληνικά
Μετάφραση: всыпать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοσμικός, ξαπλώνω, στρώνω, ζεστός, Ρίχνουμε, Ρίξτε, Χύστε, Pour, Αδειάστε
Μεταφράσεις
- всхожий στα ελληνικά - γόνιμος, βλαστήσουν, τη βλάστηση, βλαστάνουν, να βλαστήσουν, που βλαστάνουν
- всхрапывать στα ελληνικά - ροχαλίζω, φρουμάζω, φύσημα, φυσώ, ρουθουνίζω, ρωθώνισμα, ξεφυσώ
- всюду στα ελληνικά - γενικός, γύρω, ποδιά, παντού, συνολικός, κόσμο, οπουδήποτε, ...
- вся στα ελληνικά - όλες, άρτιος, όλα, ακέραιος, όλος, ολόκληρος, όλοι, ...
Τυχαίες λέξεις
Всыпать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοσμικός, ξαπλώνω, στρώνω, ζεστός, Ρίχνουμε, Ρίξτε, Χύστε, Pour, Αδειάστε
Μεταφράσεις: κοσμικός, ξαπλώνω, στρώνω, ζεστός, Ρίχνουμε, Ρίξτε, Χύστε, Pour, Αδειάστε