Вымарать στα ελληνικά

Μετάφραση: вымарать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακυρώνω, ανακαλώ, διαγράφω, συσκοτίζω, black out, μαυρίσετε, συσκότιση
Вымарать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • выманивание στα ελληνικά - βρύση, παρακεντώ, εκβιασμός, εκβιασμού, εκβιασμούς, εκβίαση, του εκβιασμού
  • выманивать στα ελληνικά - φενακίζω, εξαπάτηση, εξαπατήσουν, εξαπάτησης, την εξαπάτηση, σκοπό την εξαπάτηση
  • вымарывание στα ελληνικά - ακύρωση, ακυρώνω, vymaryvanie
  • вымарывать στα ελληνικά - βρώμικος, λερωμένος, μαγαρίζω, συσκοτίζω, διαγράφω, black out, μαυρίσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Вымарать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακυρώνω, ανακαλώ, διαγράφω, συσκοτίζω, black out, μαυρίσετε, συσκότιση