Выравниваться στα ελληνικά
Μετάφραση: выравниваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικαίωμα, αναπτύσσομαι, αναπτύσσω, ντύνω, ίσος, φόρεμα, ντύνομαι, ακόμα, δεξιός, σωστός, σταθεροποιείται, να σταθεροποιείται, σταθεροποιηθεί, επίπεδο από, θα σταθεροποιηθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выравнивание στα ελληνικά - τεκμηρίωση, βαθμολόγηση, αιτιολογία, εξίσωση, φόδρα, δικαιολογία, ευθυγραμμία, ...
- выравнивать στα ελληνικά - ισοπεδώνω, σωστός, ακόμα, ίσος, λείος, δικαίωμα, δεξιός, ...
- выражать στα ελληνικά - εισάγω, μεταδίδω, διαβάζω, βάζω, δείχνω, τοποθετώ, διαβιβάζω, ...
- выражаться στα ελληνικά - κρένω, μιλώ, εκφράζεται, εξέφρασε, εκφράζονται, εξέφρασαν, εξέφρασε την
Τυχαίες λέξεις
Выравниваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικαίωμα, αναπτύσσομαι, αναπτύσσω, ντύνω, ίσος, φόρεμα, ντύνομαι, ακόμα, δεξιός, σωστός, σταθεροποιείται, να σταθεροποιείται, σταθεροποιηθεί, επίπεδο από, θα σταθεροποιηθεί
Μεταφράσεις: δικαίωμα, αναπτύσσομαι, αναπτύσσω, ντύνω, ίσος, φόρεμα, ντύνομαι, ακόμα, δεξιός, σωστός, σταθεροποιείται, να σταθεροποιείται, σταθεροποιηθεί, επίπεδο από, θα σταθεροποιηθεί