Вытапливать στα ελληνικά
Μετάφραση: вытапливать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιώνω, ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, στάζει, χυθεί
Μεταφράσεις
- вытанцовываться στα ελληνικά - πετυχαίνω, έρχομαι, επιτυγχάνω, vytantsovyvaetsya
- вытапливание στα ελληνικά - απόδοση, παροχή, παροχής, απόδοσης, ΔΖΚ
- вытаращиться στα ελληνικά - χτυπητός, Staring, κοιτάξει επίμονα, Να κοιτάξει επίμονα, Κοιτούσε
- вытаскивать στα ελληνικά - τράβηγμα, τραβώ, εκχύλισμα, αποσπώ, ψάρι, τραβήξτε προς τα έξω, τραβήξτε έξω, ...
Τυχαίες λέξεις
Вытапливать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιώνω, ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, στάζει, χυθεί
Μεταφράσεις: λιώνω, ζεσταίνω, ζέστη, θερμαίνω, στάζει, χυθεί