Выхаживать στα ελληνικά

Μετάφραση: выхаживать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοσοκόμα, βράζω, υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, βάγια, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Выхаживать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • выучить στα ελληνικά - αφέντης, σπουδάζω, έρευνα, κύριος, εποπτεύω, εξερευνώ, μελέτη, ...
  • выучка στα ελληνικά - τέχνη, επιδεξιότητα, εκπαίδευση, σχολείο, προπονούμενος, ικανότητα, φιλοτεχνία, ...
  • выхватить στα ελληνικά - αρπάζω, μαστίγιο, μαστίγιο έξω, κτυπήσετε έξω, πάρετε τη, επιδείξουμε την
  • выхватывать στα ελληνικά - δάκρυ, σκίζω, αρπάζω, σχίζω, σχίσιμο, σχίσει, σκιστεί, ...
Τυχαίες λέξεις
Выхаживать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοσοκόμα, βράζω, υιοθετώ, θετός, ανατρέφω, βάγια, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα