Λέξη: μυρμήγκι
Σχετικές λέξεις: μυρμήγκι
μυρμήγκι κυψέλη, μυρμήγκι ονειροκριτης, μυρμήγκι εξοντωση, μυρμήγκι ανέκδοτα, μυρμήγκι δυναμη, μυρμήγκι συμβολισμός, μυρμήγκι στα αγγλικα, μυρμήγκι με φτερα, μυρμήγκι νηπιαγωγείο, μυρμήγκι βικιπαιδεια
Συνώνυμα: μυρμήγκι
μυρμήγκι, μύρμηξ
Μεταφράσεις: μυρμήγκι
αγγλικά
ant
ισπανικά
hormiga
γερμανικά
ameise
γαλλικά
fourmi, ant, fourmis, de fourmis, de fourmi
ιταλικά
formica
πορτογαλικά
formiga
ολλανδικά
mier
ρωσικά
муравей, мурашка
νορβηγικά
maur, Ant, Forrige, mauren, Myren
σουηδικά
myra
φινλανδικά
muurahainen
δανικά
myre
τσεχικά
mravenec
πολωνικά
mrówka, termit
ουγγρικά
hangya
τούρκικα
karınca
ουκρανικά
мураха, мурашка
αλβανικά
milingonë
βουλγαρικά
мравка, коравей
λευκορωσικά
мурашка, мураш
εσθονικά
sipelgas
κροατικά
mrav
ισλανδικά
maur, Ant
λατινικά
formica
λιθουανικά
skruzdėlė
λετονικά
skudra
σλαβομακεδονικά
мравата
ρουμανικά
furnică, furnic
σλοβενικά
ant, mravlja, mravelj, mravlje, mravljinec
σλοβακικά
hmyz