Голословный στα ελληνικά
Μετάφραση: голословный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άδειος, τσίτσιδος, γυμνός, γυμνό, γυμνή, γυμνού, γυμνά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- голосистый στα ελληνικά - κραυγαλέος, ηχηρή, κραυγαλέα, θορυβώδη, θορυβώδους
- голосить στα ελληνικά - κραυγάζω, φωνάζω, κραυγή, στριγκλίζω, στριγγλίζω, έντονος, έντονο, ...
- голосование στα ελληνικά - ψηφίζω, ψήφισμα, διαίρεση, μεραρχία, ψήφος, ψηφοφορία, διχασμός, ...
- голосовать στα ελληνικά - εμφαίνω, παράσταση, δείχνω, ψηφίζω, ψήφος, ψηφοφορία, ψηφοφορίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Голословный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άδειος, τσίτσιδος, γυμνός, γυμνό, γυμνή, γυμνού, γυμνά
Μεταφράσεις: άδειος, τσίτσιδος, γυμνός, γυμνό, γυμνή, γυμνού, γυμνά