Гомосексуальный στα ελληνικά
Μετάφραση: гомосексуальный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαιδρός, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, εύθυμος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ομοφυλόφιλα
Μεταφράσεις
- гомосексуализм στα ελληνικά - ομοφυλοφιλία, αντιστροφή, αναστροφή, η ομοφυλοφιλία, ομοφυλοφιλίας, την ομοφυλοφιλία, της ομοφυλοφιλίας
- гомосексуалист στα ελληνικά - αναποδογυρίζω, πανσές, ανατρέπω, ομοφυλόφιλος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ...
- гон στα ελληνικά - ασχολία, κυνηγώ, ζέστη, ραντίζω, καταδίωξη, τρέχω, θερμαίνω, ...
- гонг στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ, γκονγκ, Gong, Το γκονγκ, του γκονγκ, Ενέργεια Καλλιέργειας
Τυχαίες λέξεις
Гомосексуальный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαιδρός, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, εύθυμος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ομοφυλόφιλα
Μεταφράσεις: φαιδρός, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, εύθυμος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ομοφυλόφιλα