Грубошерстный στα ελληνικά
Μετάφραση: грубошерстный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγροίκος, χονδροειδής, τραχύς, χοντρό, χονδροειδείς, χονδροειδή, χοντροειδείς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- грубоватый στα ελληνικά - απότομος, αγενής, αμβλύς, γερός, ρωμαλέος, αγροίκος, σκληρός, ...
- грубость στα ελληνικά - τραχύτητα, απανθρωπιά, στυφότητα, κτηνωδία, οξύτητα, αυθάδεια, δριμύτητα, ...
- грубый στα ελληνικά - χοντρός, τραχύς, κτηνώδης, απότομος, ξετσίπωτος, αδαής, αμβλύς, ...
- груда στα ελληνικά - μαζικός, συσκευάζω, ανάχωμα, στοίβα, κατακλύζω, μάζα, συσσώρευση, ...
Τυχαίες λέξεις
Грубошерстный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγροίκος, χονδροειδής, τραχύς, χοντρό, χονδροειδείς, χονδροειδή, χοντροειδείς
Μεταφράσεις: αγροίκος, χονδροειδής, τραχύς, χοντρό, χονδροειδείς, χονδροειδή, χοντροειδείς