Αισθανόμουν στα αγγλικά
Μετάφραση: αισθανόμουν, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
felt, feeling, feel, I felt, I was feeling
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αισθανόμουν
αισθανόμουν λεξικό γλώσσας αγγλικά, αισθανόμουν στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αισθάνομαι στα αγγλικά - feel, sense, I feel, I am, am, feeling
- αισθήσεις στα αγγλικά - consciousness, senses, sensations, conscious, unconscious
- αισθησιακός στα αγγλικά - sensual, sensuous, voluptuous, sensationalistic
- αισθητά στα αγγλικά - visibly, significantly, appreciably, substantially, noticeably, sharply
Τυχαίες λέξεις
Αισθανόμουν στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: felt, feeling, feel, I felt, I was feeling
Μεταφράσεις: felt, feeling, feel, I felt, I was feeling