Двоякий στα ελληνικά

Μετάφραση: двоякий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωσίας, διπλός, διπλασιάζω, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού
Двоякий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дворянский στα ελληνικά - αβρός, nobiliary
  • дворянство στα ελληνικά - αριστοκρατία, ιπποσύνη, αρχοντιά, ευγένεια, ευγενείς, ευγενών
  • двояко στα ελληνικά - διπλάσια, διπλά, διπλής, διπλή, διττώς
  • двояковогнутый στα ελληνικά - αμφίκοιλα, αμφίκοιλο, αμφίκοιλη, αμφίκοιλοι, αμφίκοιλος
Τυχαίες λέξεις
Двоякий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωσίας, διπλός, διπλασιάζω, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, διπλού