Декоратор στα ελληνικά
Μετάφραση: декоратор, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκηνή, τοπίο, διακοσμητής, διακοσμητή, διακοσμήτρια, διακοσμητής της, Ο διακοσμητής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- декольтированный στα ελληνικά - χαμηλές λαιμό
- декоративный στα ελληνικά - διακοσμητικός, Διακοσμητικά, διακοσμητικό, διακοσμητικές, διακοσμητική
- декорация στα ελληνικά - στολισμός, σκηνή, τοπίο, διακόσμηση, διακόσμησης, τη διακόσμηση, διάκοσμο, ...
- декорированный στα ελληνικά - διακόσμηση, διακοσμημένα, διακοσμημένο, διακοσμημένη, είναι διακοσμημένα
Τυχαίες λέξεις
Декоратор στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκηνή, τοπίο, διακοσμητής, διακοσμητή, διακοσμήτρια, διακοσμητής της, Ο διακοσμητής
Μεταφράσεις: σκηνή, τοπίο, διακοσμητής, διακοσμητή, διακοσμήτρια, διακοσμητής της, Ο διακοσμητής