Κορσέ στα αγγλικά
Μετάφραση: κορσέ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
corset, corsets, girdle, the corset, the girdle
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κορσέ
κορσέ εγκυμοσύνης, κορσέ αδυνατίσματος, κονέ κορσέ, κορσέ λεξικό γλώσσας αγγλικά, κορσέ στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κοροϊδεύω στα αγγλικά - fool, dupe, spoof, mock, razz
- κορσάζ στα αγγλικά - corsage, bodice, corsage brooch, brooch, corsages
- κορυδαλλός στα αγγλικά - skylark, lark, Korydallos, a lark, Koridallos
- κορυφή στα αγγλικά - peak, summit, vertex, top, apex, crest
Τυχαίες λέξεις
Κορσέ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: corset, corsets, girdle, the corset, the girdle
Μεταφράσεις: corset, corsets, girdle, the corset, the girdle