Держава στα ελληνικά
Μετάφραση: держава, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσγειώνομαι, δύναμη, πατρίδα, έθνος, κρατίδιο, κοινοπολιτεία, εξουσία, υφήλιος, εξοχή, κράτος, προσγειώνω, έδαφος, χώρα, κύρος, ανάχωμα, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- деревяшка στα ελληνικά - φίμωτρο, κομμάτι, κίνηση, τεμάχιο, τεμαχίου, κομματιού
- дерется στα ελληνικά - την καταπολέμηση της, πάλης, μάχης, μάχες, καταπολέμηση
- державка στα ελληνικά - θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
- державный στα ελληνικά - αυτεξούσιος, κρατίδιο, κράτος, ηγεμόνας, κυρίαρχος, κυρίαρχο, κυρίαρχα, ...
Τυχαίες λέξεις
Держава στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσγειώνομαι, δύναμη, πατρίδα, έθνος, κρατίδιο, κοινοπολιτεία, εξουσία, υφήλιος, εξοχή, κράτος, προσγειώνω, έδαφος, χώρα, κύρος, ανάχωμα, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Μεταφράσεις: προσγειώνομαι, δύναμη, πατρίδα, έθνος, κρατίδιο, κοινοπολιτεία, εξουσία, υφήλιος, εξοχή, κράτος, προσγειώνω, έδαφος, χώρα, κύρος, ανάχωμα, ισχύς, ισχύος, ισχύ