Догадка στα ελληνικά

Μετάφραση: догадка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κερδοσκοπία, μαντεύω, εικασία, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
Догадка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дог στα ελληνικά - μαντρόσκυλο, Mastiff, μαστήφ, το μαντρόσκυλο, μαστίφ
  • догадаться στα ελληνικά - μαντεύω, εικασία, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν
  • догадливость στα ελληνικά - καπατσοσύνη, εξυπνάδα, πονηριά, πανουργία, εξυπνάδα που έχετε, την πονηριά
  • догадливый στα ελληνικά - καπάτσος, πανέξυπνος, τετραπέρατος, έξυπνος, έχων ετοιμότητα πνεύματος, το έξυπνο
Τυχαίες λέξεις
Догадка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κερδοσκοπία, μαντεύω, εικασία, υποθέτω, μαντέψει, μαντέψετε, μαντέψουν