Жилец στα ελληνικά

Μετάφραση: жилец, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοικάρης, κάτοικος, κολίγας, ένοικος, πολίτης, κάτοχος, μόνιμος, τρόφιμος, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής
Жилец στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • жилет στα ελληνικά - φανελάκι, γιλέκο, φανέλα, vest, γιλέκου, φανέλλα, γιλεκο
  • жилетка στα ελληνικά - γιλέκο, φανέλα, φανελάκι, vest, γιλέκου, φανέλλα, γιλεκο
  • жилистый στα ελληνικά - νευρώδης, νευρικό, συρμάτινος, νευρικός, νευρώδες
  • жиличка στα ελληνικά - νοικάρης, ένοικος, κολίγας, ένοικο, ενοικιαστής, ενοικιαστή, Eνοικιαστή δωματίου
Τυχαίες λέξεις
Жилец στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοικάρης, κάτοικος, κολίγας, ένοικος, πολίτης, κάτοχος, μόνιμος, τρόφιμος, ενοικιαστής, μισθωτή, ενοικιαστή, μισθωτής