Завиток στα ελληνικά
Μετάφραση: завиток, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθίζω, φτερό, κραδαίνω, στεφάνι, ανθώ, μπούκλα, ακμάζω, δίνη, λοφίο, στροβιλίζομαι, κλειδαριά, κατσαρώνω, κατσαρώματος, κατσάρωμα, μπουκλών, curl
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- зависящий στα ελληνικά - εξαρτώμενος, εξαρτώνται, εξαρτάται από, εξαρτώνται από, εξαρτώμενη
- завитой στα ελληνικά - κατσαρός, βοστρυχωμένα
- завитушка στα ελληνικά - ανθίζω, ακμάζω, ανθώ, κραδαίνω, στριφογύρισμα, γύρος, στροβιλίζω, ...
- завитый στα ελληνικά - μπερδεμένη, μπερδεμένες, περίπλοκη, περίπλοκο, εσπειραμένα
Τυχαίες λέξεις
Завиток στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθίζω, φτερό, κραδαίνω, στεφάνι, ανθώ, μπούκλα, ακμάζω, δίνη, λοφίο, στροβιλίζομαι, κλειδαριά, κατσαρώνω, κατσαρώματος, κατσάρωμα, μπουκλών, curl
Μεταφράσεις: ανθίζω, φτερό, κραδαίνω, στεφάνι, ανθώ, μπούκλα, ακμάζω, δίνη, λοφίο, στροβιλίζομαι, κλειδαριά, κατσαρώνω, κατσαρώματος, κατσάρωμα, μπουκλών, curl