Задержать στα ελληνικά
Μετάφραση: задержать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξακολουθώ, αναχαιτίζω, συλλαμβάνω, κατακρατώ, περιορίζω, αρπάζω, κρατώ, δυσχεραίνω, πιάνω, παρεμποδίζω, παρακωλύω, καθυστέρηση, κρατήσει ψηλά, να κρατήσει ψηλά, χωρέσει μέχρι, να χωρέσει μέχρι, κρατήσει μέχρι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- брайан στα ελληνικά - Brian, Ο Brian, Μπράιαν, τον Brian
- великоватый στα ελληνικά - μεγάλος, largish
- волшебный στα ελληνικά - μαγικός, μαγεία, χαριτωμένος, ιατρικό, μαγικό, μαγική, μαγείας
- жуткий στα ελληνικά - παντοκράτορας, παντοδύναμος, άρρωστος, φοβερός, τρομακτικός, τρομερός, απόκοσμος, ...
Τυχαίες λέξεις
Задержать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξακολουθώ, αναχαιτίζω, συλλαμβάνω, κατακρατώ, περιορίζω, αρπάζω, κρατώ, δυσχεραίνω, πιάνω, παρεμποδίζω, παρακωλύω, καθυστέρηση, κρατήσει ψηλά, να κρατήσει ψηλά, χωρέσει μέχρι, να χωρέσει μέχρι, κρατήσει μέχρι
Μεταφράσεις: εξακολουθώ, αναχαιτίζω, συλλαμβάνω, κατακρατώ, περιορίζω, αρπάζω, κρατώ, δυσχεραίνω, πιάνω, παρεμποδίζω, παρακωλύω, καθυστέρηση, κρατήσει ψηλά, να κρατήσει ψηλά, χωρέσει μέχρι, να χωρέσει μέχρι, κρατήσει μέχρι