Заметывать στα ελληνικά

Μετάφραση: заметывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ράβω, zametyvat
Заметывать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аптечка στα ελληνικά - εξοπλισμός, ιατρική, ιατρικής, φάρμακο, το φάρμακο, φαρμάκου
  • барселона στα ελληνικά - Βαρκελώνη, barcelona, Βαρκελώνης, της Βαρκελώνης, ομάδα barcelona
  • выломать στα ελληνικά - αντεπίθεση, διάλλειμα, σπάζω, διάλειμμα, να, για να, σε, ...
  • дифтерия στα ελληνικά - διφθερίτιδα, διφθερίτιδας, της διφθερίτιδας, διφθερίτιδος, της διφθερίτιδος
Τυχαίες λέξεις
Заметывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ράβω, zametyvat