Заскучать στα ελληνικά
Μετάφραση: заскучать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έχω, έχε, βαρεθεί, βαριούνται, βαριέται, βαρεθείτε, βαριεστημένοι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благоухающий στα ελληνικά - αποπνέων, ευώδης, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό
- выдубить στα ελληνικά - βυρσοδεψώ, καφετί, μαύρισμα, μαυρίζω, vydubit
- дисциплинированность στα ελληνικά - πειθαρχία, πειθαρχώ, πειθαρχίας, την πειθαρχία, η πειθαρχία
- дублет στα ελληνικά - διπλασιάζω, σωσίας, διπλός, διπλό, διπλή, διπλής, διπλά, ...
Τυχαίες λέξεις
Заскучать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έχω, έχε, βαρεθεί, βαριούνται, βαριέται, βαρεθείτε, βαριεστημένοι
Μεταφράσεις: έχω, έχε, βαρεθεί, βαριούνται, βαριέται, βαρεθείτε, βαριεστημένοι