Λέξη: υπακούω
Σχετικές λέξεις: υπακούω
υπακούω συνώνυμο, υπακούω υπακούς υπακούει
Συνώνυμα: υπακούω
πειθαρχώ, παραμένω πιστός, εμμένω, περιμένω, αναμένω, αντέχω
Μεταφράσεις: υπακούω
υπακούω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
obey, abide, obeying, obedience, I obey
υπακούω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
obedecer, obedecer a, obedezca, obedecen, obedecer las
υπακούω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gehorchen, befolgen, zu gehorchen, folgen, gehorcht
υπακούω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
écouter, subordonner, soumettre, obéissons, obéissent, obéis, obtempérer, obéissez, obéir, obéir à, respecter
υπακούω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
obbedire, ubbidire, obbedire a, rispettare, osservare
υπακούω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
obedecer, aveia, observar, obedeça, obedecem, obedecer a, obedecê
υπακούω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gehoorzamen, te gehoorzamen, gehoorzaam, gehoorzaamt, voer
υπακούω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
повиноваться, слушаться, соблюдать, подчиняться, послушаться, подчиняются, подчиниться
υπακούω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
adlyde, adlyder, lyde, lydige, hold
υπακούω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
lyda, lyder, följa, lyd, följ
υπακούω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
totella, uskoa, noudattaa, tottele, tottelevat, tottelemaan
υπακούω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
adlyde, adlyder, overholde, lyde, at adlyde
υπακούω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
poslouchat, podrobit, poslechnout, podřídit, uposlechnout, dodržujte, poslouchají
υπακούω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
usłuchać, przestrzegać, wykonywać, podporządkować, słuchać, spełniać, być posłusznym, posłuszni
υπακούω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
engedelmeskedik, engedelmeskedni, engedelmeskednek, tartsa be, engedelmeskedjenek
υπακούω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
itaat etmek, uymak, itaat, uyun, itaat edin
υπακούω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підпорядковуватись, підкорятись, підкоритися, підкорятися, підпорядковуватися, коритися
υπακούω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dëgjoj, bindem, binden, i binden, bindemi, bindet
υπακούω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
покоряват, подчиняват, подчиняваме, покоряваме, се подчиняват
υπακούω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падпарадкоўвацца, падначальвацца, падпарадкавацца
υπακούω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuuletuma, alluma, järgima, kuuletuda, järgige vastavaid
υπακούω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izvršavati, poslušati, ispunjavati, slušati, pokoravaju, slušaju, poslušni
υπακούω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gegna, hlýða, að hlýða, hlíta, hlýðið, varðveita
υπακούω στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
pareo
υπακούω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paklusti, klausyti, laikytis, klauso, pakluskite
υπακούω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pakļauties, paklausīt, klausīt, ievērojiet, paklausa, ievēro
υπακούω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
почитувајте, ги почитуваат, почитуваат, послушни, почитувајте ги
υπακούω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
asculta, asculte, ascultă, supună, se supună
υπακούω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ubogajo, ubogati, poslušni, poslušati, upoštevajte
υπακούω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
počúvať, poslúchať
Τυχαίες λέξεις