Заткнуть στα ελληνικά
Μετάφραση: заткнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρίζα, βύσμα, plug, βύσματος, φις, πώμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автостоянка στα ελληνικά - γκαράζ, χώρο στάθμευσης, χώρος στάθμευσης, πάρκινγκ, κλειστό χώρο στάθμευσης
- береговой στα ελληνικά - παραλιακός, παράκτιος, παραθαλάσσιος, ακτή, ακτής, ακτές, ακτών, ...
- брезент στα ελληνικά - πανί, πλέω, καμβάς, μουσαμάς, αδιάβροχο, μουσαμά, από μουσαμά, ...
- жабровидный στα ελληνικά - βραγχιακός, βραγχιακής, βραγχιακό, βραγχιακή, βραγχιακών
Τυχαίες λέξεις
Заткнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρίζα, βύσμα, plug, βύσματος, φις, πώμα
Μεταφράσεις: πρίζα, βύσμα, plug, βύσματος, φις, πώμα