Игривый στα ελληνικά
Μετάφραση: игривый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτίζω, εύθυμος, ανάβω, φωτερός, ζωηρός, ξανθός, παιχνιδιάρικος, παιχνιδιάρικο, παιχνιδιάρικη, παιγνιώδη, παιχνιδιάρικα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- булатный στα ελληνικά - χάλυβας, ατσάλι, ατσαλένιος, δαμασκός, δαμασκηνό, damask, δαμασκηνά, ...
- верткий στα ελληνικά - εύστροφος, σβέλτος, ευκίνητος, ευκίνητο, ευκίνητα, ευκίνητη, ευκίνητες
- видоизменение στα ελληνικά - είδος, δακτυλογραφώ, τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
- гвинея στα ελληνικά - Γουινέα, χοιρίδια, Γουινέας, χοιριδίου, χοιρίδιο
Τυχαίες λέξεις
Игривый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτίζω, εύθυμος, ανάβω, φωτερός, ζωηρός, ξανθός, παιχνιδιάρικος, παιχνιδιάρικο, παιχνιδιάρικη, παιγνιώδη, παιχνιδιάρικα
Μεταφράσεις: φωτίζω, εύθυμος, ανάβω, φωτερός, ζωηρός, ξανθός, παιχνιδιάρικος, παιχνιδιάρικο, παιχνιδιάρικη, παιγνιώδη, παιχνιδιάρικα