Παιχνιδιάρικος στα ρωσικά
Μετάφραση: παιχνιδιάρικος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дурашливый, игривый, шутливый, веселый, резвый, игривая, игривые, игривым, игривой
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παιχνιδιάρικος
παιχνιδιάρικος συνώνυμα, παιχνιδιάρικος λεξικό γλώσσας ρωσικά, παιχνιδιάρικος στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- παιδί στα ρωσικά - дочь, сын, малый, отпрыск, надувать, малыш, шевро, ...
- παιχνίδι στα ρωσικά - партия, замысел, безделушка, проект, хитрость, дело, подшучивать, ...
- πακέτο στα ρωσικά - картуз, уплотнять, законсервировать, упаковать, уложиться, вьюк, свёрток, ...
- παλάτι στα ρωσικά - дворец, резиденция, особняк, палата, Palace, дворца, Палас, ...
Τυχαίες λέξεις
Παιχνιδιάρικος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: дурашливый, игривый, шутливый, веселый, резвый, игривая, игривые, игривым, игривой
Μεταφράσεις: дурашливый, игривый, шутливый, веселый, резвый, игривая, игривые, игривым, игривой