Игрок στα ελληνικά
Μετάφραση: игрок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επανδρώνω, άνδρας, παίκτης, άνθρωπος, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής
Μεταφράσεις
- ватный στα ελληνικά - βαμβάκι, βαμβακιού, το βαμβάκι, βάμβακος, βαμβακερά
- ветчина στα ελληνικά - ζαμπόν, το ζαμπόν, χοιρομέρι, χοιρομεριού
- гарнизон στα ελληνικά - φρουρά, φρουράς, εγκαθιστά φρουρά, τη φρουρά, εγκαταστείστε φρουρά
- завладеть στα ελληνικά - κατάσχω, καταλαμβάνω, να αναλάβει, να αναλάβουν, για να αναλάβει, να αναλάβει την, ανάληψης
Τυχαίες λέξεις
Игрок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επανδρώνω, άνδρας, παίκτης, άνθρωπος, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής
Μεταφράσεις: επανδρώνω, άνδρας, παίκτης, άνθρωπος, παίχτης, παίκτη, player, αναπαραγωγής