Избавить στα ελληνικά
Μετάφραση: избавить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκρούω, διασώζω, εκτός, αποταμιεύω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις
- безуспешно στα ελληνικά - ανεπιτυχώς, επιτυχία, χωρίς επιτυχία, μάταια, ματαίως
- бесшабашный στα ελληνικά - απεγνωσμένος, ατάσθαλος, παράτολμος, απρόσεκτος, απερίσκεπτος, απελπισμένος, ριψοκίνδυνος, ...
- взбешенный στα ελληνικά - άγριος, οργισμένος, βάρβαρος, μαινόμενος, ξέφρενος, έξαλλος, τσαντισμένος, ...
- воздушный στα ελληνικά - ευάερος, κεραία, αέρας, αέρα, του αέρα, αεροπορικών, αέρος
Τυχαίες λέξεις
Избавить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκρούω, διασώζω, εκτός, αποταμιεύω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις: αποκρούω, διασώζω, εκτός, αποταμιεύω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε