Известный στα ελληνικά
Μετάφραση: известный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαπρεπής, γνωστό, εξοικειωμένος, διάσημος, δημοφιλής, ξακουστός, ευδιάκριτος, γνωστός, επιφανής, λαϊκός, διαβόητος, περιβόητος, διακεκριμένος, γνωστές, γνωστή, γνωστά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- агрегация στα ελληνικά - συσσωμάτωση, συσσωμάτωσης, συνάθροιση, τη συσσωμάτωση, συσσωμάτωση των
- адресовать στα ελληνικά - διεύθυνση, σκηνοθετώ, καθοδηγώ, απευθύνω, τη διεύθυνση, η διεύθυνση, διεύθυνσης, ...
- возникать στα ελληνικά - προσφορά, προκύπτω, αυξάνομαι, συμβαίνω, άνοιξη, διαφαίνομαι, έρχομαι, ...
- глоточек στα ελληνικά - γουλιά, δαχτυλήθρα
Τυχαίες λέξεις
Известный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαπρεπής, γνωστό, εξοικειωμένος, διάσημος, δημοφιλής, ξακουστός, ευδιάκριτος, γνωστός, επιφανής, λαϊκός, διαβόητος, περιβόητος, διακεκριμένος, γνωστές, γνωστή, γνωστά
Μεταφράσεις: διαπρεπής, γνωστό, εξοικειωμένος, διάσημος, δημοφιλής, ξακουστός, ευδιάκριτος, γνωστός, επιφανής, λαϊκός, διαβόητος, περιβόητος, διακεκριμένος, γνωστές, γνωστή, γνωστά