Изумление στα ελληνικά
Μετάφραση: изумление, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύγχυση, αποβλάκωση, έκπληξη, αποχαύνωση, εμβροντησία, κατάπληξη, έκπληξή, θαυμασμό, απορία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- авторитет στα ελληνικά - αίγλη, γόητρο, εξουσία, αρχή, αρχής, αρχές, αρχή που
- горизонтальный στα ελληνικά - επίπεδο, οριζόντιος, πλάγιος, οριζόντια, οριζόντιο, οριζόντιες, οριζόντιας
- дубильщик στα ελληνικά - βυρσοδέψης, Tanner, βυρσοδέψη, βυρσοδεψών, Tanner ο
- жокей στα ελληνικά - τζόκεϊ, αναβάτης, Jockey, το Jockey, του Jockey
Τυχαίες λέξεις
Изумление στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύγχυση, αποβλάκωση, έκπληξη, αποχαύνωση, εμβροντησία, κατάπληξη, έκπληξή, θαυμασμό, απορία
Μεταφράσεις: σύγχυση, αποβλάκωση, έκπληξη, αποχαύνωση, εμβροντησία, κατάπληξη, έκπληξή, θαυμασμό, απορία