Искаженный στα ελληνικά
Μετάφραση: искаженный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειρωνικός, στραβός, βίαιος, στραβά, λοξός, ανώμαλος, παραμορφωμένη, διαστρεβλωμένη, παραμόρφωσε, αλλοίωσε, νοθεύεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амстердам στα ελληνικά - Άμστερνταμ, amsterdam, Αμστερνταμ, του Άμστερνταμ
- аутентичность στα ελληνικά - γνησιότητα, αυθεντικότητα, γνησιότητας, αυθεντικότητας, την αυθεντικότητα
- громко στα ελληνικά - φωναχτά, δυνατά, δυνατό, δυνατή, δυνατός, δυνατούς
- договоренный στα ελληνικά - συμβατικός, η συμφωνηθείσα, το συμφωνηθέν, η συμφωνημένη, το συμφωνημένο, του συμφωνηθέντος
Τυχαίες λέξεις
Искаженный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειρωνικός, στραβός, βίαιος, στραβά, λοξός, ανώμαλος, παραμορφωμένη, διαστρεβλωμένη, παραμόρφωσε, αλλοίωσε, νοθεύεται
Μεταφράσεις: ειρωνικός, στραβός, βίαιος, στραβά, λοξός, ανώμαλος, παραμορφωμένη, διαστρεβλωμένη, παραμόρφωσε, αλλοίωσε, νοθεύεται