Исподволь στα ελληνικά
Μετάφραση: исподволь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιγά-, βαθμιαία, αργά, σιγά, σταδιακά, σταδιακή, προοδευτικά, βαθμιαίως
Μεταφράσεις
- астероид στα ελληνικά - αστεροειδής, αστεροειδή, αστεροειδών, αστεροειδούς, των αστεροειδών
- воеводство στα ελληνικά - αρμοδιότητα, επαρχία, είδος υφάσματος, Σιλεσίας, Σιλεσία, Silesia, Δυτικής Πομερανίας
- второгодник στα ελληνικά - μαθήτρια, μαθητής, Αναμεταδότες, Επαναλήπτες, επαναληπτών, Οι επαναλήπτες, αναμεταδοτών
- диетсестра στα ελληνικά - διατροφολόγος, διατροφολόγο, διατροφολόγου, διαιτολόγου
Τυχαίες λέξεις
Исподволь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιγά-, βαθμιαία, αργά, σιγά, σταδιακά, σταδιακή, προοδευτικά, βαθμιαίως
Μεταφράσεις: σιγά-, βαθμιαία, αργά, σιγά, σταδιακά, σταδιακή, προοδευτικά, βαθμιαίως