Кабинет στα ελληνικά
Μετάφραση: кабинет, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γραφείο, μελέτη, σπουδές, σπουδάζω, θώκος, χώρος, δωμάτιο, υπουργικό συμβούλιο, ντουλάπι, ερμάριο, υπουργικού συμβουλίου, καταψύκτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- азартный στα ελληνικά - επικίνδυνος, βίαιος, ευέξαπτος, σφοδρός, παράτολμος, ριψοκίνδυνος, παράτολμες
- возиться στα ελληνικά - ρίχνω, μαστόρεμα, χαλκωματάς, τενεκετζής, γανωματής, μπαλώνω
- вурдалак στα ελληνικά - λάμια, Ghoul, βρικόλακας, λάμιο
- выстукать στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ, vystukat
Τυχαίες λέξεις
Кабинет στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γραφείο, μελέτη, σπουδές, σπουδάζω, θώκος, χώρος, δωμάτιο, υπουργικό συμβούλιο, ντουλάπι, ερμάριο, υπουργικού συμβουλίου, καταψύκτη
Μεταφράσεις: γραφείο, μελέτη, σπουδές, σπουδάζω, θώκος, χώρος, δωμάτιο, υπουργικό συμβούλιο, ντουλάπι, ερμάριο, υπουργικού συμβουλίου, καταψύκτη