Капитал στα ελληνικά

Μετάφραση: капитал, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρακρατώ, πρωτεύουσα, ηγετικός, απόθεμα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια
Капитал στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антрепренёр στα ελληνικά - των, από, του, της
  • версификатор στα ελληνικά - στιχουργός
  • взрыв στα ελληνικά - ξέσπασμα, έκρηξη, αγωνία, εκδήλωση, ξεσπώ, σάλος, ανεμοθύελλα, ...
  • влезать στα ελληνικά - παίρνω, αποκτώ, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, άνοδο, ανόδου που
Τυχαίες λέξεις
Капитал στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρακρατώ, πρωτεύουσα, ηγετικός, απόθεμα, κεφάλαιο, κεφαλαίου, κεφαλαίων, κεφάλαια