Категорический στα ελληνικά
Μετάφραση: категорический, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυταρχικός, αλαζονικός, δεσποτικός, επιτακτικός, επίπεδος, διαμέρισμα, κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бур στα ελληνικά - φίμωτρο, τριβελίζω, άσκηση, τροχός, τρυπάνι, τρυπανιού, διάτρησης, ...
- гаэльский στα ελληνικά - Gaelic, Κελτικά, γαελική, γαελικά, γαελικό
- долина στα ελληνικά - κοιλάδα, Valley, κοιλάδας, κοιλάδα του, πεδιάδα
- дым στα ελληνικά - καπνοί, καπνίζω, καυσαέριο, καπνός, καπνού, καπνό, καπνιστών τροφίμων, ...
Τυχαίες λέξεις
Категорический στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυταρχικός, αλαζονικός, δεσποτικός, επιτακτικός, επίπεδος, διαμέρισμα, κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές
Μεταφράσεις: αυταρχικός, αλαζονικός, δεσποτικός, επιτακτικός, επίπεδος, διαμέρισμα, κατηγορηματικός, κατηγορηματική, κατηγορηματικό, κατηγορική, κατηγορικές