Λέξη: καλοφαγάς

Σχετικές λέξεις: καλοφαγάς

καλοφαγάς βριλήσσια, καλοφαγάς πρέβεζα, καλοφαγάς σπάτα, καλοφαγάσ πάτρα, καλοφαγάς λουτράκι, καλοφαγάς καλαμάτα, καλοφαγάς σέρρες

Συνώνυμα: καλοφαγάς

επικούρειος

Μεταφράσεις: καλοφαγάς

καλοφαγάς στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
gourmet, gourmand, epicure, foodie

καλοφαγάς στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
gastrónomo, goloso, glotón, Gourmand, gourmet, golosa

καλοφαγάς στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
feinschmeckerin, feinschmecker, gourmet, gourmand, Feinschmecker, Schlemmer, dem Michelin Führer

καλοφαγάς στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
gourmet, gastronome, gourmand, olfactives, gourmande, gourmands

καλοφαγάς στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
goloso, buongustaio, Gourmand, golosa, ghiottone

καλοφαγάς στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
comilão, guloso, Gourmand, gourmet, gourmands

καλοφαγάς στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
smulpaap, Gourmand, gastronomische

καλοφαγάς στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
группирование, гастроном, гурман, Gourmand, Лакомка, гурманом, гурмана

καλοφαγάς στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gourmand, gourmand av

καλοφαγάς στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gourmand, gourmanden

καλοφαγάς στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ahmatti, Gourmand, gourmet, suursyömäri

καλοφαγάς στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gourmand, gourmand'er

καλοφαγάς στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
gurmán, labužnický, labužník, Gourmand, gurmánský, jedlík

καλοφαγάς στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
smakosz, łakomy, Gourmand, smakowitych deserach, Gourmand to

καλοφαγάς στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ínyenc, Gourmand, ínyencek, gourmet, falánk

καλοφαγάς στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
obur, Gourmand, ağzının tadını bilen kimse, boğazlı, boğazına düşkün kimse

καλοφαγάς στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гурман

καλοφαγάς στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
llupës, grykësi, gustator, qejfli të ngrëni

καλοφαγάς στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
чревоугодник, лакомец, лаком

καλοφαγάς στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гурман

καλοφαγάς στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
gurmaan, maiasmokk, Gourmand, maias, nautlejatest, gurmaani

καλοφαγάς στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gurman, gurmanski, gurmani, gurmanska, gourmand

καλοφαγάς στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Gourmand

καλοφαγάς στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
smaguris, Gourmand, Gardēdis, Nesātis

καλοφαγάς στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gardēdis, Gourmand, rijīgs, nesātis

καλοφαγάς στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лаком

καλοφαγάς στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
gurmand, Gourmand, gurmande, gurmandă

καλοφαγάς στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
gurman, Gourmand, sladokusce, Sladokusac, Gurmanski

καλοφαγάς στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
labužník
Τυχαίες λέξεις